troti

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
troti < trot- + -i

troti (eo)



Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

troti (io)