Δημοτική Πινακοθήκη
ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ
•
Ιστορική αναδρομή
Η δημιουργία Δημοτικής Πινακοθήκης στην πόλη των Ιωαννίνων, υπήρξε το όνειρο των φιλότεχνων μελών του Συλλόγου «Οι Φίλοι των Ιωαννίνων» ήδη από τη δεκαετία του ΄50. Οι προσπάθειές τους, μετά την επίλυση πολλών και ποικίλων εμποδίων, όπως η συλλογή των έργων, η στέγαση, η χρηματοδότηση, η οργάνωση, ευοδώθηκαν χάρη στην επιμονή και πίστη των ίδιων των μελών και του προέδρου τους, του αείμνηστου Γ. Βηλαρά. Αρωγοί σε αυτή την προσπάθειά τους βρέθηκαν όλοι οι Δημοτικοί άρχοντες της πόλης, καθώς και σημαντικές προσωπικότητες της εποχής, όπως οι Μ. Καλλιγάς, Σ. Δάκαρης, Λ. Βρανούσης, Α. Πάλλης κ.ά. Ιδιαίτερη υπήρξε η συμβολή του γιαννιώτη ζωγράφου Κώστα Μαλάμου, για την ουσιαστική συλλογή και οργάνωση των έργων.
Η δημιουργία και λειτουργία της πρώτης Δημοτικής περιφερειακής Πινακοθήκης στην Ελλάδα, που άνοιξε τις πόρτες της στο κτίριο Μελά το Σεπτέμβριο του 1960, ήρθε να καλύψει μια ουσιαστική ανάγκη της πόλης των Ιωαννίνων, της πόλης με τη μεγάλη πνευματική και πολιτιστική παράδοση. Τα έργα της συλλογής της ανήκουν στoυς μεγαλύτερους Νεοέλληνες δημιουργούς και συγκεντρώθηκαν με αγορές αλλά και δωρεές συλλεκτών και καλλιτεχνών.
Η λειτουργία της Πινακοθήκης, μετά την επιτυχημένη πορεία μιας πενταετίας, διεκόπη προσωρινά το 1965 λόγω των προβλημάτων στέγασης και μέρος της συλλογής φιλοξενούνταν έκτοτε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων.
Από το Φεβρουάριο του 2000 η νέα Δημοτική Πινακοθήκη, στεγάζεται στο ανακαινισμένο κτίριο Πυρσινέλλα στη συμβολή των οδών 28ης Οκτωβρίου και Κοραή. Η ημερομηνία των εγκαινίων, στις 20 Φεβρουαρίου 2000, ορίστηκε αντίστοιχα με τα εγκαίνια του 1961 και συνδυάζεται με την ιστορική επέτειο της απελευθέρωσης των Ιωαννίνων στις 21 Φεβρουαρίου 1913.
Επιστροφή »
• Το κτίριο
Το κτίριο όπου στεγάζεται σήμερα η Δημοτική Πινακοθήκη, με τα νεοκλασικά στοιχεία (υπέρθυρα, φουρούσια εξώστη, κορνίζες παραθύρων) κτίστηκε γύρω στο 1890, από τον πολιτικό μηχανικό Βεργωτή, για λογαριασμό του γαμπρού του, Βασιλείου Πυρσινέλλα, ο οποίος το 1920 διορίζεται δήμαρχος Ιωαννίνων, αξίωμα για το οποίο εκλέγεται το 1924. Βιβλιόφιλος και φιλότεχνος ο Πυρσινέλλας μετέτρεψε το μέγαρο της οδού Κοραή σε εντευκτήριο διανοουμένων της πόλης. Είχε πλούσια βιβλιοθήκη και μεγάλη συλλογή ειδών ασημουργίας, πινάκων και άλλων έργων τέχνης. Λάτρης της γενέτειράς του διέθεσε ολόκληρη την κινητή και ακίνητη περιουσία του το 1958 στο δήμο Ιωαννιτών. Έκτοτε και για αρκετά χρόνια το κτίριο λειτούργησε σαν κατηχητικό σχολείο και στη συνέχεια στέγασε τα γραφεία του ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων.
ΟΙ ΣΥΛΛΟΓΕΣ
Στη συλλογή της Δημοτικής Πινακοθήκης περιλαμβάνονται 500 περίπου έργα, πίνακες, σχέδια, χαρακτικά, εικόνες και γλυπτά, τα οποία συγκεντρώθηκαν κατά τη διάρκεια των τελευταίων σαράντα ετών. Σημαντικό μέρος τους εκτίθεται στους χώρους της Πινακοθήκης και σκιαγραφούν την πορεία της Νεοελληνικής τέχνης.
Πίνακες & σχέδια
- Η νεοελληνική ζωγραφική (Μέσα από τα έργα της Δημοτικής Πινακοθήκης Ιωαννίνων)
κείμενο: Λιούγκος Ιωάννης
Αναζητώντας τις πηγές της νεοελληνικής τέχνης, παρατηρεί κανείς ότι μέχρι το τέλος σχεδόν της βυζαντινής περιόδου, τόσο στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (Κων/πολη) όσο και στη Δυτική (Ρώμη), η ζωγραφική ακολουθεί παράλληλους δρόμους.
Με την “Αναγέννηση” όμως και τον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα που πρεσβεύει, ξεκινά μια σταδιακή αυτονόμηση της ζωγραφικής στη Δυτική Ευρώπη. Η απεικόνιση του Θείου σε άρρηκτο δεσμό με τον λειτουργικό χώρο των ναών, χάνει σταδιακά τη δεσπόζουσα θέση της.
Η αγιογραφία εξελίσσεται σε θρησκευτική ζωγραφική, αποτυπώνοντας φανταστικές συνήθως σκηνές θρησκευτικού ακόμα περιεχομένου. Πολύ γρήγορα η ανθρώπινη μορφή θα εκτοπίσει πλήρως το θείο, καταλαμβάνοντας κυρίαρχο χώρο στον πίνακα. Έτσι ξεκινά η λεγόμενη κοσμική ζωγραφική από τον 15ο αι. με χαρακτηριστικότερους ζωγράφους τον Piero de la Francesca, τον Leonardo da Vinci, κ.α.
Μετά τη “μεταρρύθμιση” και τους θρησκευτικούς πολέμους του 17ου αι. οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης επιτυγχάνουν θρησκευτική και εθνική αυτονομία. Η κυρίαρχη τάση της ζωγραφικής, “το μπαρόκ”, ακολουθεί στο πλευρό της επίσημης Καθολικής εκκλησίας, στην προσπάθειά της να επιβληθεί και να εδραιώσει τη θέση της.
Η μεσαία τάξη που συνεχώς ανέρχεται, αποτελεί τους κύριους παραγγελιοδότες των ζωγράφων. Δίνεται έτσι στην κοσμική ζωγραφική η δυνατότητα να ενσωματωθεί στην καθημερινή ζωή και να την εκφράσει.
Ο Ελλαδικός χώρος, που όλη αυτή την περίοδο βρίσκεται υπό την Οθωμανική κυριαρχία, έρχεται σε επαφή με τις αλλαγές αυτές μέσω της Κρήτης και των Επτανήσων, που ελέγχονται κυρίως από τους Ιταλούς. Έχοντας μια αδιάσπαστη συνέχεια με την παράδοση της βυζαντινής τέχνης, που μετουσιωμένα εμπεριέχει και τον απόηχο της αρχαιοελληνικής, οι ζωγράφοι των περιοχών αυτών δεν δυσκολεύονται να αφομοιώσουν και να εξελίξουν στοιχεία των κατακτήσεων των Ευρωπαίων συναδέλφων τους. Η πιο αξιόλογη μορφή, που διαπρέπει στην Ισπανία εκφράζοντας και συμπυκνώνοντας τη βυζαντινή παράδοση με τη βενετσιάνικη κληρονομιά, είναι ο Δομίνικος Θεοτοκόπουλος ή El Greco.
Μετά από την κατάκτηση της Κρήτης από τους Τούρκους το 1669, οι πολυάριθμοι την εποχή εκείνη ζωγράφοι φεύγουν και εγκαθίστανται στα Επτάνησα και την Ιταλία. Εκεί, λόγω της επίδρασης των Ιταλών ζωγράφων αλλά και των παραγγελιών που δεχόταν, δημιούργησαν την λεγόμενη “Επτανησιακή σχολή” με ένα ιδιαίτερο ζωγραφικό ύφος, σε ότι αφορά τη θρησκευτική ζωγραφική, που θα ονομαστεί “ιταλοκρητικό” και την εισαγωγή προοδευτικά, της προσωπογραφίας.
Με τη δοκιμή των νέων τεχνικών, οι εικόνες σε ξύλο δίνουν τη θέση τους στη ζωγραφική σε καμβά ενώ η ελαιογραφία αντικαθιστά την αυγοτέμπερα. Στην εικονογράφηση των ναών, υιοθετούνται πλήρως τα δυτικά πρότυπα ενώ παλιές αγιογραφίες επιζωγραφίζονται για να “διορθωθούν”.
Στην υπόλοιπη Ελλάδα, από την περίοδο αυτή και μετά, η ζωγραφική (αγιογραφία) σταδιακά παρακμάζει. Η τεχνική της χαλκογραφίας που αναπτύχθηκε στη Δ. Ευρώπη και κατέστησε δυνατή την αναπαραγωγή μεγάλου αριθμού έργων, με αποτέλεσμα οι Ευρωπαϊκές ζωγραφικές κατακτήσεις να είναι πιο προσιτές και στους Έλληνες ζωγράφους, φαίνεται πως συντέλεσε περισσότερο στην αλλοίωση παρά στον εμπλουτισμό της βυζαντινής παράδοσης, οδηγώντας την αγιογραφία σε μιμητισμό και σε ένα λαϊκότερο ύφος στις εικόνες.
Ο 19ος αιώνας είναι η εποχή, που σε γενικό κλίμα επέρχεται συνολική ρήξη με την παράδοση. Το 1832 ιδρύεται το νέο Ελληνικό κράτος. Η άφιξη του βασιλιά Όθωνα και των Βαυαρών στο Ναύπλιο σηματοδοτεί και την καλλιτεχνική αφύπνιση ενός απρόσμενα πλούσιου δυναμικού, έτοιμου να ενσωματωθεί με τα ευρωπαϊκά ζωγραφικά ρεύματα. Είναι η έναρξη της νεοελληνικής ζωγραφικής.
Η δημιουργία της πρώτης σχολής καλών τεχνών στην Αθήνα και η παρουσία, αρχικά Γερμανών καθηγητών, συντέλεσε στην ανάπτυξη ιδιαίτερων σχέσεων των Ελλήνων δημιουργών με την πόλη του Μονάχου.
Δύο είναι οι πιο σημαντικές προσωπικότητες που αναδεικνύονται αυτή την εποχή και επηρεάζουν με το έργο τους αλλά και ως δάσκαλοι, όλους σχεδόν τους μεταγενέστερους. Ο Νικηφόρος Λύτρας στην Αθήνα και ο Νικόλαος Γύζης στο Μόναχο, που εκπροσωπούν την ονομαζόμενη Σχολή του Μονάχου.
Ν. ΓΥΖΗΣ
|
Γ. ΙΑΚΩΒΙΔΗΣ
|
Σ. ΒΙΚΑΤΟΣ
|
Έργα της τάσης αυτής εκτίθενται στη δημοτική πινακοθήκη, όπως τα σχέδια του Ν. Γύζη, και οι προσωπογραφίες των Γ. Ιακωβίδη, Ι. Δούκα, Σ. Προσαλέντη, Ε. Ιωαννίδη, Σ. Βικάτου, Δ. Γερανιώτη, που ακολουθούν κυρίως την ακαδημαϊκή παράδοση, συνδυάζοντας ιδεαλιστικά και ρεαλιστικά στοιχεία.
Ο 20ος αι. φέρνει καθυστερημένα στην Ελλάδα τον απόηχο της βιομηχανικής επανάστασης που είχε συντελεστεί στη δυτική Ευρώπη τον προηγούμενο αιώνα. Οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι υποβάθμισαν την αξία της ανθρώπινης ζωής και δημιούργησαν την ανάγκη να εκφραστεί μια γενικευμένη διαμαρτυρία, να ανασυντεθεί ο κατακερματισμένος κόσμος, να αποκτηθεί μια νέα προσωπική και συλλογική ταυτότητα, να επαναπροσδιοριστεί η θέση και η σχέση του ανθρώπου με την ιστορία και τον κόσμο και αντίστοιχα, του δημιουργού με το έργο του.
Σε καλλιτεχνικό επίπεδο, είναι η περίοδος των νέων αναζητήσεων, των ανατροπών και κυρίως της πιο προσωπικής έκφρασης. Το κέντρο των εξελίξεων μεταφέρεται τώρα στο Παρίσι.
Στην Ελλάδα, οι δυο πρώτες δεκαετίες του αιώνα χαρακτηρίζονται από έναν ελληνικό υπαιθρισμό, που εκτοπίζει την ηθογραφική ζωγραφική της σχολής του Μονάχου.
Η προοπτική εγκαταλείπεται και κύριο ζωγραφικό στοιχείο καθίσταται το φως και η υποδήλωσή του μέσω του χρώματος, αποτέλεσμα των επιρροών του ιμπρεσιονισμού. Η τοπιογραφία γίνεται το κύριο θέμα των Ελλήνων ζωγράφων, και για να γίνει πιο κατανοητή μπορεί να ενταχθεί σε δύο κατηγορίες.
Στην πρώτη ανήκουν οι ζωγράφοι που χρησιμοποιούν τη μικρή και γρήγορη πινελιά με σκοπό να αποδώσουν εντάσεις του φωτός και να καταγράψουν τις εντυπώσεις της στιγμής μιας πραγματικότητας που συνεχώς μεταβάλλεται από τις αλλαγές του φωτισμού.
Ζωγράφοι αυτού του ρεύματος που εκτίθενται στην πινακοθήκη είναι ο Ο. Αργυρός, από τους τελευταίους καλλιτέχνες της σχολής του Μονάχου που οδηγήθηκε σε μια ιμπρεσσιονιστική ζωγραφική εκτέλεση με έμφαση στο φως, ο Π. Μαθιόπουλος, προσωπογράφος “της καλής κοινωνίας”, η Σ. Λασκαρίδου, με έργα ρομαντικής διάθεσης, ο Ο. Περβολαράκης, που κινήθηκε στα όρια ενός ιμπρεσιονιστικού ρεαλισμού, ο Λ. Γεραλής, ακαδημαϊκός ζωγράφος με σχέσεις με τα ρεαλιστικά και ιμπρεσσιονιστικά κινήματα του 19ου αι., ο Γ. Ροϊλός με ένα νατουραλισμό της στιγμιαίας εντύπωσης, η Θ. Φλωρά-Καραβία, με το χαρακτήρα του Κωνσταντινουπολίτικου και του Αλεξανδρινού χώρου στο έργο της και την πλούσια εθνική δράση κατά τη διάρκεια των απελευθερωτικών πολέμων (η πινακοθήκη διαθέτει μια μεγάλη σειρά σχεδίων που αποτυπώνουν σκηνές από το ελληνικό στρατόπεδο κατά την απελευθέρωση των Ιωαννίνων το 1913), κ.α.
Ο. ΑΡΓΥΡΟΣ
|
Π. ΜΑΘΙΟΠΟΥΛΟΣ
|
Σ. ΛΑΣΚΑΡΙΔΟΥ
|
Γ. ΡΟΪΛΟΣ
|
Θ. ΦΛΩΡΑ-ΚΑΡΑΒΙΑ
|
Στη δεύτερη κατηγορία οι ζωγράφοι εμφανίζονται πιο υποκειμενικοί. Ξεκινούν κι αυτοί από την ορατή πραγματικότητα αλλά δεν ενδιαφέρονται για τη στιγμιαία εντύπωση του τοπίου. Αποτυπώνουν τις σταθερές των μορφών και των χρωμάτων. Η άμεση αισθητή εμπειρία επεξεργάζεται διανοητικά αποβλέποντας στη δομή και όχι στο φαίνεσθαι του τοπίου.
Δύο είναι οι σημαντικότεροι ζωγράφοι που μεταφέρουν στο έργο τους αυτές τις κατακτήσεις.
Ο πρώτος, κυρίαρχη μορφή που συμπυκνώνει στο έργο του αφομοιωμένες όλες σχεδόν τις Ευρωπαϊκές εικαστικές διαδρομές, με μια ελληνική ματιά, είναι ο Αλεξανδρινός Κ. Παρθένης. Ποιητικός, αινιγματικός, με βυζαντινά στυλιζαρίσματα και κλίση προς τον συμβολισμό συνδυάζει ένα ιδιότυπο πνεύμα κομψότητας και σπιριτουαλισμού.
Ο δεύτερος, που συνδυάζει στα τοπία του χαρακτηριστικά του P. Cezanne, του V. Van Gogh, του P. Gauguin, των φωβιστών αλλά και της λυρικής σχηματοποίησης της γιαπωνέζικης ζωγραφικής, με ανθρωπομορφικά στοιχεία με έντονα συμβολικό χαρακτήρα, προσδίδοντας έτσι στα τοπία του μια ψυχογραφική διάσταση είναι ο Κ. Μαλέας. Στην έκθεση της πινακοθήκης παρουσιάζονται τρία σχέδια του πρώτου και δύο αντιπροσωπευτικές ελαιογραφίες του δεύτερου.
Κ. ΠΑΡΘΕΝΗΣ
|
Κ. ΜΑΛΕΑΣ
|
Παράλληλα υπάρχουν και άλλοι ζωγράφοι με έργο που δεν εντάσσεται εύκολα σε κάποια κατηγορία όπως ο Ν. Λύτρας, γιος του Νικηφόρου, επαναστατικός και ρηξικέλευθος, με μοντερνιστικά χαρακτηριστικά στο έργο του, όπου το χρώμα δεν καταγράφει μόνο αλλά δηλώνει ότι αισθάνεται ο καλλιτέχνης γι αυτό που βλέπει και ο Δ. Γαλάνης, με την πολύπλευρη καλλιτεχνική δράση και τις πολύ καλά δομημένες συνθέσεις του, που αναδείχτηκε σε σημαντική προσωπικότητα της Γαλλικής τέχνης του μεσοπολέμου αλλά και σε ανανεωτή της χαρακτικής τέχνης.
Ν. ΛΥΤΡΑΣ
|
Δ. ΓΑΛΑΝΗΣ
|
Το σημαντικότερο όμως κίνημα, που αναδεικνύεται στη δυτική Ευρώπη, μέσα από όλες αυτές τις αναζητήσεις και εκφράζεται στην Ελλάδα μέσα από το έργο των ζωγράφων, που κατά συνθήκη ονομάζουμε «γενιά του ‘30», είναι ο “μοντερνισμός".
Ο μοντερνισμός ορίζεται ως στάση ζωής, κατ’ αντιστοιχία με το αρχαιοελληνικό ήθος, στην οποία το άτομο, το υποκείμενο, προσπαθεί να αυτονομηθεί. Αποκτά το δικαίωμα να βλέπει και να αποδίδει τον κόσμο με τα δικά του μάτια και σύμφωνα με τη νιτσεϊκή ρήση, η μοντέρνα τέχνη θα μπορούσε να οριστεί ως ‘η απόλαυση του να έχεις συνείδηση της διαφοράς σου’.
Το έργο στον 20ο αι. δεν αποτυπώνει κάτι, κυρίως υποδηλώνει το ζωγράφο. Είναι η ταυτότητά του, η πρότασή του, η αγωνία του να ορίσει τη σχέση του με τον κόσμο (εξπρεσιονισμός, dada, σουρεαλισμός, πρωτοποριακά κινήματα).
Πάντως η μορφή που θα πάρουν τα παραπάνω κινήματα στην Ελλάδα δεν θα φτάσει την ένταση των δυτικοευρωπαϊκών. Η Ελλάδα δεν γνώρισε την αντίστοιχη βιομηχανική επανάσταση και η στάση των περισσοτέρων ζωγράφων είναι η επιλογή της συνεισφοράς στην Ευρωπαϊκή τέχνη μέσω της αναζήτησης και αποτύπωσης της “Ελληνικότητας” και όχι της υιοθέτησης ξένων προτύπων. Στην κατεύθυνση αυτή συνέβαλε και η άφιξη της Ρωσικής διανόησης στην Ευρώπη στις αρχές του αιώνα, φέρνοντας μαζί της τόσο τη δογματική όσο και την εικονογραφική παράδοση της ορθοδοξίας, που εδώ είχε χάσει τη συνέχειά της, εγκλωβισμένη σε μη αφομοιωμένα δυτικά πρότυπα.
Η κλασσική αγγειογραφία, τα ελληνιστικά πορτραίτα, η βυζαντινή αγιογραφία, η λαϊκή ζωγραφική, αλλά και η αναγέννηση, το μπαρόκ, οι ανατολικές τέχνες, συνδυάζονται με τον κυβισμό, το φωβισμό, το συμβολισμό και τη μεταφυσική ζωγραφική.
Αντιπροσωπευτικοί καλλιτέχνες αυτού του ρεύματος με παρουσία στη συλλογή της πινακοθήκης είναι ο Γ. Τσαρούχης, κοσμοπολίτης και ελληνολάτρης, που αποκάλυπτε το μοντέρνο μέσα από την παράδοση, ο Σπ. Βασιλείου, που συνδυάζει μια διάθεση για λαϊκή ζωγραφική με λόγια στοιχεία και στέκεται κριτικός απέναντι στις συνέπειες του επελαύνοντα εκσυγχρονισμού, ο Ρ. Κοψίδης, με ιδιαίτερο εκφραστικό ύφος που αξιοποιεί στοιχεία της λαϊκής και της βυζαντινής ζωγραφικής, ο Γιαννιώτης Κ. Μαλάμος με ρεαλιστική γραφή και εξπρεσιονιστική διάθεση, ο Γ. Μαυροϊδής, με δυναμική εκφραστική πινελιά, ο Γ. Βακαλό, που κινείται στο κλίμα ενός καθαρά προσωπικού ποιητικού σουρεαλισμού, o Ο. Κανέλλης, με έναν ποιητικό λυρισμό και με ευλύγιστη γραμμή σχεδίου που αγγίζει τα όρια του εξπρεσιονισμού, ο Γ. Βακιρτζής με λαϊκά και εξπρεσιονιστικά τεχνοτροπικά στοιχεία, ο Γ. Γουναρόπουλος, με στοιχεία ιδεαλιστικά και υπερρεαλιστικά αλλά κυρίως με έναν ονειρώδη συμβολισμό, ο Κ. Πλακωτάρης, τοπιογράφος κυρίως, που χρησιμοποιεί τις αρχές του αναλυτικού κυβισμού, κ.α. Στα έργα τους, μπορεί να παρατηρήσει κανείς αυτή τη γόνιμη αλληλεπίδραση όλων των τάσεων που επικρατούσαν και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα που απέκτησε η ελληνική ζωγραφική.
Γ. ΤΣΑΡΟΥΧΗΣ
|
Σ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
|
Κ. ΜΑΛΑΜΟΣ
|
Ο. ΚΑΝΕΛΛΗΣ
|
Γ. ΒΑΚΑΛΟ
|
Γ. ΓΟΥΝΑΡΟΠΟΥΛΟΣ
|
Ταυτόχρονα μερικοί δημιουργοί ακολουθούν και εξελίσσουν σύγχρονα Ευρωπαϊκά ρεύματα όπως του εξπρεσιονισμού. Ο επιφανέστερος Έλληνας εξπρεσιονιστής με διεθνή αξία, που λειτουργεί ως πρόδρομος και δάσκαλος είναι ο Γ. Μπουζιάνης που αντιπροσωπεύεται εδώ, με ένα σημαντικό έργο του.
Ταυτόχρονα μερικοί δημιουργοί ακολουθούν και εξελίσσουν σύγχρονα Ευρωπαϊκά ρεύματα όπως του εξπρεσιονισμού. Ο επιφανέστερος Έλληνας εξπρεσιονιστής με διεθνή αξία, που λειτουργεί ως πρόδρομος και δάσκαλος είναι ο Γ. Μπουζιάνης που αντιπροσωπεύεται εδώ, με ένα σημαντικό έργο του.
Γ. ΜΠΟΥΖΙΑΝΗΣ
|
Στα χρόνια που ακολουθούν και κυρίως μετά το 1950, κάνει την εμφάνισή της η “αφαίρεση”, που παίρνει ένα γενικό χαρακτήρα αντιπαράθεσης με τη ζωγραφική του παρελθόντος και σημαίνει την προοδευτική αυτονόμηση του ζωγράφου από τα εξωτερικά ερεθίσματα και τη δημιουργία ενός νέου οπτικού κόσμου πάνω στον πίνακα.
Κύριοι εκπρόσωποι αυτού του ζωγραφικού κλίματος έργα των οποίων εκτίθενται εδώ είναι ο Α. Κοντόπουλος, που κινήθηκε αρχικά στα πλαίσια του ρεαλισμού και του αφηρημένου εξπρεσιονισμού για να γίνει στη συνέχεια πρωτοστάτης στη διάδοση της αφηρημένης τέχνης στην Ελλάδα, ο αρχιτέκτονας-ζωγράφος Τ. Μάρθας, παραστατικός κι αυτός αρχικά με επιρροές από το φωβισμό και τον εξπρεσιονισμό, που πειραματίστηκε στη συνέχεια, με χρηστικά υλικά καταλήγοντας στην ανεικονική τέχνη, ο Θ. Τσίγκος, ένας δυναμικός, πρωτοπόρος και ασυμβίβαστος καλλιτέχνης με εκρηκτικό χαρακτήρα και “χειρονομιακή” γραφή, ο Χ. Καράς, που πειραματίζεται με τις δυνατότητες της άμορφης τέχνης, προαναγγέλλοντας τη φάση του παραστατικού εξπρεσιονισμού κ.α.
Α. ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΣ
|
Τ. ΜΑΡΘΑΣ
|
Θ. ΤΣΙΓΚΟΣ
|
Τέλος, στις επόμενες δεκαετίες, ζωγράφοι όπως ο Π. Τέτσης με εξπρεσιονιστικό χαρακτήρα και πρωτεύουσα σημασία του χρώματος στο έργο του, χωρίς να θυσιάζει την οπτική πραγματικότητα, ο Α. Φασιανός, ανθρωποκεντρικός και “εμβληματικός”, που αναζητά την ελληνικότητα αποτυπώνοντας ποιητικά καθημερινές ιστορίες, ο Θ. Μορές, που αποδίδει μέσα σε ένα κλίμα φαντασίας και ονείρου ανθρώπινες μορφές, άλογα και τοπία, η Α. Παπά, με τις διάφανες χρωματικές αρμονίες, κ.α., που παρουσιάζονται στην πινακοθήκη, εκπροσωπούν τις νεότερες τάσεις με περισσότερο προσωπικά δείγματα γραφής.
Π. ΤΕΤΣΗΣ
|
Α. ΦΑΣΙΑΝΟΣ
|
Θ. ΜΟΡΕΣ
|
Α. ΠΑΠΑ
|
ΧΑΡΑΚΤΙΚΑ Πενήντα περίπου έργα χαρακτικής συγκαταλέγονται ανάμεσα στα εκθέματα της Δημοτικής Πινακοθήκης, που σκιαγραφούν την πορεία της στην Ελλάδα από τις αρχές του 20ου αι. οπότε και αρχίζει το αυτόνομο ταξίδι της.
Κατά τη μεταβυζαντινή περίοδο κυκλοφορούσαν στον Ελλαδικό χώρο τυπώματα με κατ’εξοχήν θρησκευτικά και ιστορικά θέματα, τα οποία συνέχισαν να κυκλοφορούν ευρύτατα και στον 19ο αι. Τότε αρχίζει να διδάσκεται ως μάθημα στο «Βασιλικό Σχολείον των Τεχνών» και γίνονται οι πρώτες απόπειρες παραγωγής χαρακτικών από Έλληνες ζωγράφους.
Η ανάπτυξη της χαρακτικής με την τεχνική της λιθογραφίας επιτρέπει τη συχνή εικονογράφηση των περιοδικών και των εφημερίδων της εποχής. Έκτοτε η τσιγκογραφία και αργότερα η φωτοτσιγκογραφία προσφέρουν εμπορικότερες λύσεις και εκτοπίζουν την παραδοσιακή τεχνική.
Οι Έλληνες χαράκτες δίνουν με το έργο τους, τις επιρροές τους και τις αναζητήσεις τους, την φυσιογνωμία της Ελληνικής χαρακτικής.
Ανάμεσά τους ο
Δ. Γαλάνης, οποίος πέρασε από τη γελοιογραφία στη χαρακτική για να συγκαταλεχθεί, με τη δύναμη και το εύρος του έργου του, σε μια από τις σημαντικότερες μορφές της τέχνης στη Γαλλία επηρεάζει καταλυτικά και συντελεί στην αναγέννηση της χαρακτικής στην Ελλάδα. Ο
Κ. Γραμματόπουλος δίνει ώθηση στην τέχνη της χάραξης ανανεώνοντας τις παλιές τεχνικές και αναζητώντας νέα υλικά. Ο
Α. Θεοδωρόπουλος χρησιμοποιεί θέματα που απεικονίζουν γυναίκες, νεκρές φύσεις και ελιές για να φθάσει στη δημιουργία αναγνωρίσιμων συμβόλων. Η
Βάσω Κατράκη εμπνεόμενη από την ιδιαίτερη πατρίδα της, το Αιτωλικό και τον άνθρωπο καταθέτει μέσα από το πλούσιο έργο της μια κοινωνικού χαρακτήρα διαμαρτυρία, ενώ ο
Γ. Μόσχος απεικονίζει με λεπτομέρεια απλά αντικείμενα καθημερινής χρήσης αναζητώντας πάντα τον ελληνικό χαρακτήρα των θεμάτων του. Ο
Α. Τάσσος, από τους σημαντικότερους Έλληνες χαράκτες, συνδυάζει τις μοντέρνες αντιλήψεις με τα παραδοσιακά θέματα με μοναδική δύναμη και τεχνική.
Δ. ΓΑΛΑΝΗΣ
|
Β. ΚΑΤΡΑΚΗ
|
ΤΑΣΣΟΣ (ΑΛΕΒΙΖΟΣ)
|
ΣΧΕΔΙΑ ΘΑΛΕΙΑΣ ΦΛΩΡΑ-ΚΑΡΑΒΙΑ
Η Συλλογή των σχεδίων της Θ. Φλωρά-Καραβία περιλαμβάνει πάνω από εκατό σχέδια και παστέλ και μέρος της εκτίθεται στην Πινακοθήκη. Η περιπέτεια των σχεδίων συνδέεται με την απελευθέρωση των Ιωαννίνων μιας και αποτυπώνουν, εκ του φυσικού και αντίστοιχα χρονικά τη διαδρομή του ελληνικού απελευθερωτικού στρατού στην Ήπειρο μέχρι και τη νικηφόρα είσοδό του στην πόλη τον Φεβρουάριο του 1913.
Η επιλογή των θεμάτων από απλά περιγραφική λαμβάνει δραματικό χαρακτήρα με την απεικόνιση των τραυματιών και των προσφύγων και δοξαστικό με τη νικηφόρα επέλαση, αποδίδοντας τα λόγια της ίδιας: «Έχει κάτι το μεθυστικό ο πόλεμος, και η εμπόλεμος ζωή». Η αμεσότητα και η σχεδιαστική δύναμη συνδυάζονται με ψυχογραφική ικανότητα και καθιστούν τα έργα μοναδικό απόκτημα για την πόλη με την οποία είναι ιστορικά άρρηκτα συνδεδεμένα.
Μ. ΤΟΜΠΡΟΣ
Θ. ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ
Η Ελληνική γλυπτική εκπροσωπείται στην πινακοθήκη με 30 έργα από μάρμαρο, κεραμικό, μέταλλο, ξύλο και γύψο Ελλήνων καλλιτεχνών όπως Ιακωβίδη, Τόμπρου, Απάρτη, Παππά, Χρυσοχοϊδου, Μυλωνά, Παπαγιάννη, Βρέλλη, Ρόκου, Παπασάικα, και άλλων.
Κ. ΜΥΛΩΝΑΣ
|
Θ. ΑΠΑΡΤΗΣ
|
Σαράντα περίπου εικόνες, που προέρχονται από δωρεές, ανήκουν στη συλλογή της πινακοθήκης. Χρονικά τοποθετούνται στο 18ο και 19ο αι. Εικονίζονται διάφοροι τύποι της Παναγίας βρεφοκρατούσας, δεσποτικές εικόνες, Άγγελοι και Άγιοι.
Αποτυπώνουν διαφορετικές τεχνικές και τεχνοτροπίες που εμφανίστηκαν στην Ήπειρο με επιρροές από την Κρητική σχολή, την Ιταλοκρητική, τη Ρωσική ενώ οι περισσότερες ανήκουν σε τοπικά εργαστήρια.
2004
• «Ολυμπιακά ενθυμήματα 1896-1956».
Διοργάνωση: Alpha bank, Διεύθυνση Γραμματείας (τμήμα συλλογής έργων τέχνης–Ομάδα Ολυμπιακής Χορηγίας) Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο).
Διάρκεια: (14/1/2004 έως 8/2/2004)
• «Ολυμπιακό Πνεύμα και Σύγχρονη Ελληνική Τέχνη»
Διοργάνωση: Δημοτική Πινακοθήκη – Εκδόσεις Αδάμ-Πέργαμος).
Διάρκεια: ( 18/2/2004 έως 30/3/2004)
• «Ενθύμια Ολυμπιακών Αγώνων», από τη συλλογή του Γ. Δ. Φαρμάκη.
Διοργάνωση: Σύλλογος Αποφοίτων Ζωσιμαίας Σχολής - Δημοτική Πινακοθήκη.
Διάρκεια: 24/5/2004 έως 9/6/2004
• «Ήπειρος», έκθεση φωτογραφίας του Κώστα Μπαλάφα.
Διοργάνωση: Σύλλογος Αποφοίτων Ζωσιμαίας Σχολής – Δημοτική Πινακοθήκη.
Διάρκεια: 17/6/2004 έως 4/7/2004
2003
• «Η Εβραϊκή Κοινότητα Ιωαννίνων - Διαδρομή στο Χρόνο»
Διοργάνωση: Δημοτική Πινακοθήκη – Εβραϊκό Μουσείο Ελλάδας.
Διάρκεια: (18/2/2003 έως 31/3/2003)
• «Άννα Φράνκ, μια ιστορία για το σήμερα»
Διοργάνωση: Βασιλική Ολλανδική Πρεσβεία - Δημοτική Πινακοθήκη
Διάρκεια: (18/2/2003 έως 31/3/2003
• «Εικόνες Ευρωπαιάδος», έκθεση φωτογραφίας του Γ. Μπενέκου
Διοργάνωση: Δημοτική Πινακοθήκη
Διάρκεια: (5/5/2003 έως 14/5/2003)
• Τέχνη Πολιούχος. Πόλεις, Οικισμοί & Γειτονιές στην Ελληνική Ζωγραφική 19ος & 20ος αι.
Διοργάνωση: Πνευματικό Κέντρο Δήμου Ιωαννιτών – Εταιρεία Εικαστικών Μελετών.
Διάρκεια: 16/5/2003 έως 20/6/2003
• Ατομική έκθεση Ελένης Μπότσιου στο Πνευματικό Κέντρο Δήμου Ιωαννιτών.
Διοργάνωση: Δημοτική Πινακοθήκη
Διάρκεια: (1/6/2003 έως 31/7/2003)
2002
• Έκθεση για την 89η επέτειο της απελευθέρωσης της πόλης των Ιωαννίνων.
Διοργάνωση: Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων – Δημοτική Πινακοθήκη
Διάρκεια: ( 21/2/2002 έως 20/3/2002 )
• Έκθεση ιδιωτικής συλλογής Σύγχρονης Τέχνης Θ & Δ. Μεσσήνη.
Διοργάνωση: Δημοτική Πινακοθήκη
Διάρκεια: (20/4/2002 έως 31/8/2002)
• Ατομική Έκθεση του Γ. Παπαιωάννου.
Διοργάνωση: Πνευματικό Κέντρο Δήμου Ιωαννιτών - Δημοτική Πινακοθήκη
Διάρκεια: (20/9/2002 έως 5/1/2003)
2001
• «Τοπία και φορεσιές της Ηπείρου (17ος-19ος αι.) » από τη συλλογή του Βίκτωρος Θ. Μελά.
Διοργάνωση: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας.
Διάρκεια (3/11/2001 έως 25/11/2001)
• «Ελληνική Χαρακτική 19ου - 20ου αι.»
Διοργάνωση: Πινακοθήκη Σύγχρονης Τέχνης Αιτωλοακαρνανίας Χρήστου & Σοφίας Μοσχανδρέου
Διάρκεια: (8/12/2001 έως 13/01/2002)
2000
• Ατομική έκθεση Ιωάννας Μητσέα Μαλάμου.
Διοργάνωση: Δημοτική Πινακοθήκη.
Διάρκεια: (21/10/2000 έως 25/11/2000)
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ |
Κοραή 1 , 45444 Ιωάννινα |
ΤΗΛ. |
26510 75131 |
Fax |
26510 75121 |
mail |
[email protected] |
Ώρες Λειτουργίας |
Δευτέρα ως Παρασκευή 9:00 – 13:00 &
18:00 – 21:00.
Σαββατοκύριακα 10:00 – 13:00 &
18:00 – 21:00.
|
Εισητήριο |
Είσοδος Ελεύθερη |